Ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η ανάπτυξη εφαρμογών προστιθέμενης αξίας, επηρεάζουν την αρχιτεκτονική των δικτύων νέας γενιάς!
1 min read
Συνέντευξη του Νίκου Μποτίνη στον δημοσιογράφο Παναγιώτη Μαρκίδη, η οποία δημοσιεύθηκε στο τεύχος 228 του περιοδικού Infocom.
Η αυτοματοποίηση της παραγωγής και η ψηφιοποίηση της οικονομίας συνεπάγονται την απρόσκοπτη παραγωγή ψηφιακών δεδομένων. Η ανάλυσή τους σε πραγματικό χρόνο και η μετατροπή τους σε αξιοποιήσιμη πληροφορία, εξασφαλίζουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Αυτό είναι το νέο περιβάλλον μέσα στο οποίο καλούνται να ανταγωνιστούν οι επιχειρήσεις.
Όμως τα υπάρχοντα δίκτυα και οι υποδομές δεν έχουν την αρχιτεκτονική εξυπηρέτησης τέτοιων αναγκών. Δεν κατασκευάστηκαν με αντίστοιχη προοπτική. Προφανώς κανείς δεν ήταν σε θέση να προβλέψει αυτό που συμβαίνει σήμερα, με τη διασύνδεση δισεκατομμυρίων συσκευών. Η ανάγκη τροποποίησης αυτών των υποδομών είναι δεδομένη. Ο τρόπος ανάπτυξής τους από εδώ και στο εξής θα είναι διαφορετικός, βασισμένος στις ανάγκες που προκύπτουν από τις εφαρμογές, αφού το λογισμικό είναι το εργαλείο δημιουργίας υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας, με τις υποδομές να είναι αυτές οι οποίες θα πρέπει να σηκώσουν αθόρυβα και σταθερά το βάρος της νέας ψηφιακής πραγματικότητας. Υποδομές που, με τη σημερινή τους δομή, δεν μπορούν να υποστηρίξουν επαρκώς το νέο μοντέλο ψηφιακής ανάπτυξης.
Αν μέχρι χθες το ζητούμενο ήταν η διασύνδεση ενός μεγάλου αριθμού επιχειρησιακών υποδομών, σήμερα αναφερόμαστε ήδη στην ανάγκη διασύνδεσης ενός εντυπωσιακά μεγάλου, μη πεπερασμένου συνόλου συσκευών -όπως δισεκατομμύρια αισθητήρες- που απαρτίζουν το Internet of Things (IoT). Οι αμέτρητες αυτές συσκευές παράγουν έναν ασταμάτητα αυξανόμενο όγκο δεδομένων, τα οποία κινούνται μέσα από δίκτυα που δεν είναι κατάλληλα σχεδιασμένα.
Εξ άλλου, όπως συχνά υπογραμμίζεται, πλέον δεν αρκεί απλά η εξασφάλιση της ομαλής ροής των δεδομένων. Απαιτείται στιγμιαία ανάλυση και εντοπισμός των πραγματικά χρήσιμων δεδομένων, τα οποία δίνουν προστιθέμενη αξία στην παροχή υπηρεσιών που θέλει ο εκάστοτε πελάτης, είτε πρόκειται για μια επιχείρηση, είτε για τον τελικό χρήστη-καταναλωτή. Η παροχή αυτών των νέων υπηρεσιών προκύπτει μέσα από την επεξεργασία των δεδομένων.
Χωματερές δεδομένων
«Το ζητούμενο είναι η αμεσότητα στην επεξεργασία, και αυτό οδηγεί την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής των δικτύων. Δεν είναι ο σκοπός απλά να μεταφέρεις και να αποθηκεύεις τα δεδομένα, γιατί τότε καταλήγουμε στην περίπτωση των ψηφιακών χωματερών. Χωρίς την άμεση επιστροφή αποτελεσμάτων από την επεξεργασία τους, περιορίζεται το ύψος της προστιθέμενης αξίας. Όποιες επιχειρήσεις το καταφέρουν θα έχουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, κατανοώντας στιγμιαία τις ανάγκες και τις προτεραιότητες των πελατών τους, είτε αναφερόμαστε στο φυσικό είτε στο ψηφιακό περιβάλλον», εξηγεί ο Νίκος Μποτίνης.
Τονίζει πως σήμερα ο όγκος των παραγόμενων δεδομένων είναι τόσο μεγάλος, που αναπόφευκτα προκύπτει η ανάγκη πρωτογενούς ανάλυσης σε τοπικό επίπεδο, ώστε λιγότερα δεδομένα να προωθούνται προς επεξεργασία. Άρα, απαιτούνται υποδομές με επεξεργαστική ισχύ πιο κοντά στα σημεία παραγωγής των δεδομένων. Δεν είναι αποδοτικό, ούτε αποτελεσματικό να προωθείς σε κεντρική επεξεργασία όλα τα δεδομένα που παράγουν τεράστιοι αριθμοί αισθητήρων μέσα σε μια πόλη. Χρειάζονται ενδιάμεσοι σταθμοί που θα φιλτράρουν τα δεδομένα, ώστε να μην φτάνουν σωρηδόν σε ένα κεντρικό data center. Οπότε, αναφερόμαστε σε μία διαφορετική αρχιτεκτονική δικτύου, προσαρμοσμένη στις σύγχρονες απαιτήσεις, όπως αυτές προκύπτουν από την παραγωγή δεδομένων μεγάλου όγκου, και την αναγκαιότητα παροχής πραγματικά χρήσιμων υπηρεσιών.
Ας δούμε το παράδειγμα μίας επιχείρησης με υποκαταστήματα, η οποία καταναλώνει πολλή ενέργεια. Σήμερα, με τη χρήση αισθητήρων σε τοπικό επίπεδο, δηλαδή μέσα στο κατάστημα, μπορεί να επιτύχει την αποτελεσματικότερη διαχείριση των υποδομών της, αυτοματοποιώντας διαδικασίες. Οι αισθητήρες αυτοί παράγουν συνεχώς δεδομένα (δημογραφικά, κλιματολογικά κ.ά.), τα οποία όμως δεν έχουν λόγο να φτάνουν σε ένα κεντρικό data center. Άρα, με την κατάλληλη επεξεργαστική ισχύ, μπορούν να αναλύονται και να αξιοποιούνται τοπικά, χωρίς να επιβαρύνουν συνολικά το δίκτυο. Μέχρι σήμερα δεν υπήρχε η αντίστοιχη ανάγκη, άρα ούτε οι σχετικές προβλέψεις. «Η εξέλιξη της αρχιτεκτονικής των δικτύων είναι συνυφασμένη με τον όγκο των δεδομένων που παράγονται. Χρειαζόμαστε άλλου τύπου υποδομές για να ανταποκριθούμε στη νέα ψηφιακή πραγματικότητα», λέει ο Νίκος Μποτίνης.
Στον λειτουργικό πυρήνα
Πλέον είναι ξεκάθαρο πως η δικτύωση ακουμπά πολλά περισσότερα κομμάτια, αν όχι όλα, μιας επιχείρησης. Φτάνει μέχρι την παραγωγή, και δεν είναι μια υποστηρικτική υποδομή. Βρίσκεται στον πυρήνα λειτουργίας κάθε οργανισμού. Όμως, βλέποντας τους όγκους δεδομένων που προκύπτουν ήδη, και πολλαπλασιαστικά θα παράγονται στο μέλλον, φαίνεται ότι οι δικτυακές υποδομές βρίσκονται ακόμα σε εμβρυακό στάδιο.
«Η από κοινού αξιοποίηση των υποδομών είναι μια εξελισσόμενη πραγματικότητα σε αυτό που ονομάζουμε εν γένει cloud. Είναι μια κατάσταση που φαινομενικά θέτει σε δεύτερο πλάνο το κομμάτι του hardware και αναδεικνύει την αξία του λογισμικού και των υπηρεσιών, στους τομείς της ψηφιακής ασφάλειας, της συνεργασίας και της αποτελεσματικής διαχείρισης των δεδομένων. Φυσικά, κάθε άλλο παρά αυτό σημαίνει πως χάνεται η αξία των υποδομών. Απλά αλλάζει ο τύπος και το είδος τους, δίνοντας μεγαλύτερη ευελιξία στην προσφορά λύσεων λογισμικού ως υπηρεσία (Software as a Service – SaaS). Εκεί βρίσκουμε την προστιθέμενη αξία. Τα δεδομένα είναι ο μαύρος χρυσός του 21ου αιώνα, αρκεί να μπορούμε να τα αναλύσουμε σε πραγματικό χρόνο, ώστε να τα αξιοποιούμε και να τα μετατρέπουμε άμεσα σε πληροφορία», υπογραμμίζει ο ίδιος.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα
Αναπόφευκτα, λοιπόν, όσες επιχειρήσεις θέλουν να παραμείνουν ανταγωνιστικές επενδύουν προς αυτή την κατεύθυνση, προκειμένου να μπορούν να παρέχουν στους πελάτες τους υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας.
«Το βλέπουμε να συμβαίνει και στη χώρα μας, παρά την οικονομική δυσχέρεια που στερεί πόρους. Γι’ αυτό και ως Cisco στην Ελλάδα τα τελευταία 3 χρόνια έχουμε συνεχόμενη αύξηση των πωλήσεων μας. Αρκετές επιχειρήσεις επενδύουν στη δημιουργία των κατάλληλων ψηφιακών υποδομών, γνωρίζοντας πως μόνο έτσι θα παραμείνουν ανταγωνιστικές. Στο κομμάτι αυτό η ελληνική αγορά επιδεικνύει δυναμική, την οποία πιστεύουμε ότι θα διατηρήσει», υποστηρίζει ο διευθυντής πωλήσεων της Cisco.
Σημειώνει, δε, ότι μέσω της ανοιχτής αρχιτεκτονικής των δικτύων, η Cisco υποστηρίζει την ανάπτυξη ενός οικοσυστήματος νέων επιχειρήσεων, που μπορούν να προσφέρουν καινοτόμες λύσεις στη δημιουργία λογισμικού και στην παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας. Τέτοιες επιχειρήσεις υπάρχουν στην Ελλάδα, όπως λέει, όντας αυτές που προβλέπεται να αναπτυχθούν περισσότερο στην αγορά της τεχνολογίας τα επόμενα 10 χρόνια.